ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΙΕΣΤΗΡΙΟΥ...
- Αριθμός ταινιών: 22315
- Αριθμός συν/τών: 759967
- Πρόγραμμα 300 Κινηματογράφων και 18 τηλεοπτικών σταθμών
Ταινίες - Κριτική από το Cine.gr
Τριλογία: Το Λιβάδι που Δακρύζει (2004)- Μεταφρασμένος Τίτλος: Trilogy: The Weeping Meadow - Γνωστό και ως: The Weeping Meadow |
|
Εποχής | 185' | |
![]() |
Πρεμιέρα στην Ελλάδα: Παρ 13 Φεβ 2004 Ημερομηνία κυκλοφορίας DVD: 20/1/2006 Διανομή: Rosebud Χρώμα: Έγχρωμο Ήχος: DTS (Digital Theater Sound) Γλώσσα: Ελληνικά |
![]() |
Δημοτικότητα: 1.41 % Αξιολόγηση: ![]() ![]() ![]() ![]() ![]() ![]() ![]() ![]() Aντιφατικότητα ψήφων: ![]() |
- Κριτική από το Cine.gr:

Η φύση της έμπνευσης, αλλά και οι αφορμές της είναι ένας υπόγειος προβληματισμός που επανέρχεται πολύ συχνά στο έργο του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Άλλοτε είναι ένα γαλάζιο καράβι και τρεις μπομπίνες φιλμ γυρισμένες το 1900, άλλοτε μία μέρα η οποία διαστέλλεται μέσα σε μία αιωνιότητα, άλλοτε είναι ένα φωτεινό δέντρο το οποίο αποκαλύπτεται ανάμεσα από την ομίχλη ενός τοπίου. Η





Η μουσική της Ελένης Καραϊνδρου κινήθηκε αυτή τη φορά όχι τόσο σε αφαιρετικές φόρμες (βλ. Βλέμμα του Οδυσσέα) όσο σε μια πιο «φλύαρη» για τα δεδομένα της μελωδία, μακριά από τις δυτικές της καταβολές (βλ. Μια αιωνιότητα). Μουσική με συναισθηματική πληρότητα και με αναφορά στον χαρακτήρα της ταινίας ως επικό ιστορικό έργο, αξίζει να παρατηρηθεί ότι είναι οργανικά ενταγμένη στην πλοκή της αφήγησης και προέρχεται από φυσική πηγή, τις περισσότερες φορές. Ωστόσο, ενοχλεί το γεγονός ότι ο πρωταγωνιστής είναι άσχετος από ακορντεόν, όπως και ο Αρμένης από βιολί.

Το έργο του Αγγελόπουλου αποτελεί ένα σύστημα, περίπου όπως τα συστήματα των φιλοσόφων και των επιστημόνων των θετικών σπουδών, των περασμένων αιώνων. Το γενικό θέμα αυτού του συστήματος και ο συνδετικός κρίκος όλων των υποθεμάτων είναι ο κινηματογράφος. Πριν από σκηνοθέτης, ο Αγγελόπουλος είναι ένας εγκυρότατος θεωρητικός. Σε ένα επόμενο επίπεδο, είναι ένα ον που ανασαίνει μέσα από τον κινηματογράφο, είναι κινηματογραφιστής. Περνάει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του ασχολούμενος με τεχνικά, πρακτικά και «πολιτικά»-διοικητικά θέματα της κινηματογραφικής ζωής και έχει δηλώσει ότι θα ήθελε να έχει «κάθε μέρα γύρισμα». Τέλος, κρινόμενος από το αποτέλεσμα, δηλαδή από τις ίδιες τις ταινίες του δεν μπορεί παρά να τον θεωρήσει κανείς και ποιητή, με την έννοια ότι αναδημιουργεί την πραγματικότητα –ακόμα και την πιο αδιάφορη, βλ. ανωτέρω παράδειγμα Μόρνου- με όρους που υπακούουν σε έναν δικό του ρυθμό, με αυστηρούς κανόνες αισθητικής που επιδιώκουν αυτό που ο Kant [3] θεωρεί «υπέροχο», δηλαδή την ιδιότητα της επιβολής, της εξουσίασης των αισθήσεων, μέσα από την παράλυση που προκαλεί η τελειότητα.
Αυτός ο κινηματογράφος δεν παράγεται σήμερα, ακριβώς επειδή δεν υπάρχουν κινηματογραφιστές σαν τον Αγγελόπουλο. Οι πειραματιστές όπως ο Τρίερ θα πειραματίζονται αενάως ανιχνεύοντας τα εκφραστικά όρια και ενδεχομένως συγκεντρώνοντας το ενδιαφέρον του κοινού και των θεωρητικών, ανοίγοντας δρόμο για τους πραγματικούς δημιουργούς, οι οποίοι είναι εκείνοι που θα αξιοποιήσουν τα ευρήματα των πειραματιστών. Κινηματογραφιστές, όμως, όπως ο Αγγελόπουλος, που ταυτίζουν τον υποκειμενικό τους χρόνο, δηλαδή τη ζωή τους, με την παραγωγή και την ολοκλήρωση ενός έργου, εκλείπουν. Γι’ αυτό, κάθε τους ταινία πρέπει να βλέπεται μέσα στα πλαίσια του συνόλου του έργου τους, μία θέαση που θα θεωρούσα αντίστοιχη με τη «συστηματική ερμηνεία» της φιλοσοφίας. Με τη συγκεκριμένη ταινία το πρόβλημα της συστημικής θέασης γίνεται ακόμα πιο έντονο καθότι αποτελεί το πρώτο μέρος μιας Τριλογίας. Η έλλειψη «κάθαρσης» στο τέλος της ταινίας δεν πρέπει να καταλογιστεί στα αρνητικά της, καθόσον οι αριστοτελικοί όροι που εισάγει για πρώτη φορά ο Αγγελόπουλος στο έργο του δεν πρέπει να θεωρηθεί ότι κατισχύουν των μπρεχτικών. Οπωσδήποτε πρέπει να περιμένουμε τις άλλες δύο για να αποφανθούμε συνολικά. Με την Τριλογία, ο Αγγελόπουλος διατρέχει όλο το έργο του όχι κάθετα (όπως το έχει ήδη πράξει), αλλά οριζόντια, μέσα από την ιστορία ενός έρωτα. Γι’ αυτό εντοπίστηκαν σκηνές αυτούσιες από άλλες ταινίες του, όπως η σκηνή της φυλακής, η οποία είναι αυτούσια παρμένη από τις Μέρες του ’36 και η κηδεία που θυμίζει έντονα τις βάρκες στη λίμνη των Ιωαννίνων στους Κυνηγούς. Πάντως, η ταινία, στο μέτρο που είναι ένα αυτόνομο έργο, αποτελεί οπωσδήποτε μια ιστορική στιγμή του κινηματογράφου και η θέασή της είναι καθήκον όχι μόνο του κινηματογραφόφιλου, αλλά και καθενός που ζει αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα και θέλει να έχει ένα λόγο να είναι περήφανος γι’ αυτό.
Βαθμολογία:










[1] Το ημερολόγιο «μιας αιωνιότητας», Πέτρος Μάρκαρης, Εκδ. Γαβριηλίδη.
[2] Φράση του Αγγελόπουλου από το ντοκιμανταίρ «Το τέλος μιας αιωνιότητας».
[3] Βλ. Κριτική της κριτικής ικανότητας.
Βασίλης Σωτηρόπουλος
Πράξη 1η:
- "Πως σε λένε..?" - "Ελένη..."
Αρχή των πάντων. Η "γένεσις" ενός έρωτα.
Πράξη 2η:
"Ελένη....να...σε νοιάζομαι..."
Παραδοχή στα κρυφά, του έρωτα. Χωρίς να κοιτάζονται στα μάτια.
Πράξη 3η:
"Ξέρω ότι είστε εδώ....Ελένη..."
Τελευταία σπαρακτική κραυγή του Πατέρα - Προδωμένου Συζύγου στο πάλκο ενός θεάτρου, άδειο απο θεατές. Απομακρύνεται βαθιά πληγωμένος. Οι κουρτίνες απο τα θεωρεία κλείνουν.
Πράξη 4η:
"Ελένη..."
Φόβος. Φυγή. Επιστροφή. Επιβεβαίωση.
Πράξη 5η:
"Ελένη..."
Το τάξίδι για την Αμερική. Επιβίωση. Και ο μίτος της Αριάδνης κόβεται. Τέλος....
Πάνος Βούλγαρης
Που τα ειδε ολα αυτα ο κριτικος του site Σωτηροπουλος ειναι πραγματικα αποριας αξιον...Μια ταινια χωρις ιδιαιτερο σεναριο, με εκνευριστικα αργους ρυθμους αλλα σιγουρα εκπληκτικη φωτογραφια και μαγευτικα πλανα...6/10 μονο και μονο για τον τελευταιο λογο
StratosL
StratosL

Η ταινια φαινεται να απευθυνεται σε συγκεκριμενο κοινο. Δεν ειναι ευκολη η θεαση της απο ολους καθως η κινηματογραφηση ειναι αργη – υποθεση μιαμισης ωρας εκτυλισσεται σε τρεις ωρες. Βεβαια αυτο, απ΄ ο,τι τονιζεται στις διαφορες κριτικες, ειναι μορφη «κινηματογραφικης ποιησης». Φαινεται να υπαρχουν αυτοι που βγαινουν ενθουσιασμενοι μετα την προβολη, συγκινημενοι ισως, κι αλλοι με την αισθηση μιας μελαγχολιας. Η σκηνοθεσια φαινεται απιθανη, το στησιμο του χωριου ειναι απο τις καλυτερες κινηματογραφικες εικονες που εχουν φανει σε ελληνικη παραγωγη. Ωστοσο φαινονται ανθρωποι που οδηγουν ασκοπα τα ζωα τους, μονο για να καλυψουν τη σκηνη. Ενω ακουγονται πολυ ομορφα οι φυσικοι ηχοι του χωριου στην καθημερινη ζωη, μετα την πλημμυρα η απολυτη σιωπη του πληθους που φευγει μοιαζει αφυσικη, αν και φαινεται οτι ο σκηνοθετης κατι θελει να δηλωσει μ΄ αυτο.
Υπαρχουν στιγμες που καθηλωνεσαι απο την αφηγηση κι αλλες που περιμενεις με υπομονη να παρει τελος μια σκηνη.
Κορυφαια σκηνη η λυση, και συναμα κορυφωση, του δραματος με τη νεαρη πρωταγωνιστρια να δινει ολη την ψυχη της στην εκφραση του πονου μπροστα στο θανατο.
Ταινια που αλλοι θα χαρακτηρισουν αριστουργημα κι αλλοι βαρετη. Θα ειναι ομως παραλογο να την απαξιωσει οποιοσδηποτε.
Καποια σκηνοθετικα λαθη δεν αποφευχθηκαν και αυτο φαινεται παραξενο για το δημιουργο Αγγελοπουλο.
Η μουσειακη ατμομηχανη που διατεθηκε απο τον ΟΣΕ για τις αναγκες της ταινιας φερει σε εμφανη θεση το λογοτυπο του οργανισμου (ΟΣΕ), ενω στα βαγονια που χρησιμοποιουνται για τη μεταφορα των στρατιωτων φαινεται η ενδειξη «Κλιναμαξα».
Σε σκηνη που γυριζεται πιθανοτατα στα Λαδαδικα της Θεσσαλονικης φαινεται να εχουν αφαιρεθει απο τους τοιχους μιας γωνιας δυο πινακιδες ενδειξης οδων. Τα σημαδια που αφησαν δεν καλυφθηκαν. Ωστοσο τα ιδια ονοματα ειχαν οι οδοι αυτοι και πριν απο πενηντα χρονια.
Μεταξυ των μουσικων που παιζουν στην παραλια, αυτος που παιζει τουμπερλεκι χρησιμοποιει ενα οργανο συγχρονο, πραγμα που φαινεται απο το ασπρο διαφανες υλικο που εχει αντικαταστησει την παραδοσιακη μεμβρανη του οργανου αυτου τα τελευταια χρονια.
Το πατρικο σπιτι που καταφευγουν οι πρωταγωνιστες πετροβολειται το βραδυ και σπαζουν ολα τα τζαμια του οροφου. Ωστοσο, το επομενο πρωι, που φευγουν με τη βαρκα, τα τζαμια αυτα φαινονται αθικτα.
Αυτα τα σφαλματα, κι ισως και καποια αλλα που δεν ειναι ορατα με την πρωτη θεαση, δεν αδυνατιζουν την ταινια, η οποια, εκτος των αλλων, υποβαλλει με την μουσικη της.
Ηλιας Σ.
iliassav
Υπαρχουν στιγμες που καθηλωνεσαι απο την αφηγηση κι αλλες που περιμενεις με υπομονη να παρει τελος μια σκηνη.
Κορυφαια σκηνη η λυση, και συναμα κορυφωση, του δραματος με τη νεαρη πρωταγωνιστρια να δινει ολη την ψυχη της στην εκφραση του πονου μπροστα στο θανατο.
Ταινια που αλλοι θα χαρακτηρισουν αριστουργημα κι αλλοι βαρετη. Θα ειναι ομως παραλογο να την απαξιωσει οποιοσδηποτε.
Καποια σκηνοθετικα λαθη δεν αποφευχθηκαν και αυτο φαινεται παραξενο για το δημιουργο Αγγελοπουλο.
Η μουσειακη ατμομηχανη που διατεθηκε απο τον ΟΣΕ για τις αναγκες της ταινιας φερει σε εμφανη θεση το λογοτυπο του οργανισμου (ΟΣΕ), ενω στα βαγονια που χρησιμοποιουνται για τη μεταφορα των στρατιωτων φαινεται η ενδειξη «Κλιναμαξα».
Σε σκηνη που γυριζεται πιθανοτατα στα Λαδαδικα της Θεσσαλονικης φαινεται να εχουν αφαιρεθει απο τους τοιχους μιας γωνιας δυο πινακιδες ενδειξης οδων. Τα σημαδια που αφησαν δεν καλυφθηκαν. Ωστοσο τα ιδια ονοματα ειχαν οι οδοι αυτοι και πριν απο πενηντα χρονια.
Μεταξυ των μουσικων που παιζουν στην παραλια, αυτος που παιζει τουμπερλεκι χρησιμοποιει ενα οργανο συγχρονο, πραγμα που φαινεται απο το ασπρο διαφανες υλικο που εχει αντικαταστησει την παραδοσιακη μεμβρανη του οργανου αυτου τα τελευταια χρονια.
Το πατρικο σπιτι που καταφευγουν οι πρωταγωνιστες πετροβολειται το βραδυ και σπαζουν ολα τα τζαμια του οροφου. Ωστοσο, το επομενο πρωι, που φευγουν με τη βαρκα, τα τζαμια αυτα φαινονται αθικτα.
Αυτα τα σφαλματα, κι ισως και καποια αλλα που δεν ειναι ορατα με την πρωτη θεαση, δεν αδυνατιζουν την ταινια, η οποια, εκτος των αλλων, υποβαλλει με την μουσικη της.
Ηλιας Σ.
iliassav
Διαβασα προσεχτικα την κριτικη του Β. Σωτηροπουλου. Και πριν και μετα την παρακολουθηση της ταινιας. Μου κινησε το ενδιαφερον. Πριν για τα , εντυπωσιακα ομολογουμενως, θεσφατα της, του τυπου « Το Λιβαδι ειναι η αλληγορικη απαντηση στην ερωτηση «τι ειναι εμπνευση», για την προσπαθεια να δοθει αλληγορικη ερμηνεια στα ονοματα των ηρωων του σκηνοθετη και αλλα παρεμφερη. Και μετα, οργισμενος στην κυριολεξια , γιατι μεχρι τοτε πιστευα οτι η εμπνευση συνεγειρει στην κυριολεξια , αν οχι το μεσο κοινο-δεκτη του εργου τεχνης, τουλαχιστον μια μεριδα υποψιασμενου κοινου. Και διαπιστωσα με οργη οτι η ταινια ηταν ενα καθαρα εγκεφαλικο δημιουργημα, ενα εργο στην κυριολεξια δημιουργημενο με χαρακα και διαβητη, προορισμενο να καθηλωσει το θεατη , να τον παγιδευσει με την εικονα του, τη μουσικη του επενδυση, τα χιλιοακουσμενα τσιτατα του, τις συχνες δραματικες κορυφωσεις, με αποτελεσμα να αφηνει αδιαφορο το «θυμικο» του θεατη, αυτον τον αδιαψευστο μαρτυρα καθε καλλιτεχνικης δημιουργιας. Τα εκφραστικα μεσα ενος καλλιτεχνη, οταν δεν προσαρμοζονται στο εγχειρημα με το οποιο καταπιανεται, συχνα τον προδιδουν. Και το εν λογω εγχειρημα , καθως φαινεται , ηταν πανω απο τις δυναμεις του δημιουργου του.
Αποχωρησα απο την αιθουσα απορημενος. Ποιος τελικα ηταν ο στοχος του μεγαλου –χωρις εισαγωγικα- ελληνα σκηνοθετη; Να δωσει την περιρρεουσα ατμοσφαιρα της συγχρονης ελληνικης ιστοριας τριαντα χρονων; Οι συχνες εικαστικες αναφορες σ’ αυτο ηταν βεβαια σχολαστικα ακριβεις, αν εξαιρεσουμε καποιο επιτρεπτο για τον καθε καλλιτεχνη , συμπιλημα του ιστορικου χρονου. Αλλα απο μονες τους δεν λειτουργουσαν αισθητικα - ουτε συγκινησιακα ουτε βεβαια μπρεχτικα - για να δικαιωσουν το μεγαλο εγχειρημα. Μηπως προθεση του σκηνοθετη ηταν να παρακολουθησει την πορεια ενος μεγαλου ερωτα –του Αλεξη και της Ελενης- απο τη γεννηση του, ως το αναποφευκτο τελος του με το θανατο του πρωταγωνιστη στην εξωτικη…Οκιναουα, απ’ οπου και το «λιβαδι που δακρυζει»; Εδω, παρεμπιπτοντως πρεπει να σημειωσω οτι το ονομα του πρωταγωνιστη ειναι, αν δεν κανω λαθος Αλεξης και οχι Αλεξανδρος. Και το «Αλεξης» αισθητικα παραπεμπει σε εντελως διαφορετικες συντεταγμενες απο το «Αλεξανδρος». Και ο Θ. Α. ειναι σιγουρα γνωστης τοσο της αρχαιας ελληνικης, οσο και της βυζαντινης ιστοριας. Αν λοιπον αυτος ηταν ο στοχος της ταινιας, φοβαμαι οτι ο καλλιτεχνης δεν κατορθωσε να μας μεταγγισει ουτε στο ελαχιστο το παθος της παρα-νομης και παρα-λογης αυτης σχεσης (θυμηθειτε λ.χ. την ομωνυμη ηρωιδα της «Αναπαραστασης»), αλλα ουτε και τα «παθια» αυτης της σχεσης στη δινη της ιστοριας. Οι ακαιρες και ακομψες κραυγες που ρυπαινουν ακουστικα την ταινια « Ελενηηηη!…» μονο θυμηδια προσφερουν. Στις προηγουμενες ταινιες του ο σκηνοθετης ειχε τη σοφια να βαζει τους ηρωες του να «μιλουν» με την ευγλωτη σιωπη τους. Κι αυτο ηταν ενα επιτευγμα.
Κατανοω λοιπον απολυτως τους κριτες τις Berlinale Και ετοιμαζομαι πυρετωδως να απολαυσω την Παρασκευη απο την «Κινηματογραφικη Λεσχη» της ΕΤ1 την ιρανικη ταινια «Τα μεθυσμενα αλογα». Για την οποια ταινια τιποτε δεν ακουσαμε, κανεις δε μας βομβαρδισε με συνεντευξεις, κανενα αυθεντικο χωριο δε στηθηκε στον πυθμενα καποιας λιμνης, καποιοι φουκαραδες μονο επιστρατευτηκαν να διασχιζουν τα κακοτραχαλα και παντα χιονισμενα συνορα Ιραν-Τουρκιας, για να κερδισουν τον επιουσιο. Κι αυτος ο «επιουσιος» οδηγει συχνα , οχι παντα βεβαια, στο «περιουσιο» της τεχνης. Όποιας τεχνης
Γιώργος Μάντζιος
Αποχωρησα απο την αιθουσα απορημενος. Ποιος τελικα ηταν ο στοχος του μεγαλου –χωρις εισαγωγικα- ελληνα σκηνοθετη; Να δωσει την περιρρεουσα ατμοσφαιρα της συγχρονης ελληνικης ιστοριας τριαντα χρονων; Οι συχνες εικαστικες αναφορες σ’ αυτο ηταν βεβαια σχολαστικα ακριβεις, αν εξαιρεσουμε καποιο επιτρεπτο για τον καθε καλλιτεχνη , συμπιλημα του ιστορικου χρονου. Αλλα απο μονες τους δεν λειτουργουσαν αισθητικα - ουτε συγκινησιακα ουτε βεβαια μπρεχτικα - για να δικαιωσουν το μεγαλο εγχειρημα. Μηπως προθεση του σκηνοθετη ηταν να παρακολουθησει την πορεια ενος μεγαλου ερωτα –του Αλεξη και της Ελενης- απο τη γεννηση του, ως το αναποφευκτο τελος του με το θανατο του πρωταγωνιστη στην εξωτικη…Οκιναουα, απ’ οπου και το «λιβαδι που δακρυζει»; Εδω, παρεμπιπτοντως πρεπει να σημειωσω οτι το ονομα του πρωταγωνιστη ειναι, αν δεν κανω λαθος Αλεξης και οχι Αλεξανδρος. Και το «Αλεξης» αισθητικα παραπεμπει σε εντελως διαφορετικες συντεταγμενες απο το «Αλεξανδρος». Και ο Θ. Α. ειναι σιγουρα γνωστης τοσο της αρχαιας ελληνικης, οσο και της βυζαντινης ιστοριας. Αν λοιπον αυτος ηταν ο στοχος της ταινιας, φοβαμαι οτι ο καλλιτεχνης δεν κατορθωσε να μας μεταγγισει ουτε στο ελαχιστο το παθος της παρα-νομης και παρα-λογης αυτης σχεσης (θυμηθειτε λ.χ. την ομωνυμη ηρωιδα της «Αναπαραστασης»), αλλα ουτε και τα «παθια» αυτης της σχεσης στη δινη της ιστοριας. Οι ακαιρες και ακομψες κραυγες που ρυπαινουν ακουστικα την ταινια « Ελενηηηη!…» μονο θυμηδια προσφερουν. Στις προηγουμενες ταινιες του ο σκηνοθετης ειχε τη σοφια να βαζει τους ηρωες του να «μιλουν» με την ευγλωτη σιωπη τους. Κι αυτο ηταν ενα επιτευγμα.
Κατανοω λοιπον απολυτως τους κριτες τις Berlinale Και ετοιμαζομαι πυρετωδως να απολαυσω την Παρασκευη απο την «Κινηματογραφικη Λεσχη» της ΕΤ1 την ιρανικη ταινια «Τα μεθυσμενα αλογα». Για την οποια ταινια τιποτε δεν ακουσαμε, κανεις δε μας βομβαρδισε με συνεντευξεις, κανενα αυθεντικο χωριο δε στηθηκε στον πυθμενα καποιας λιμνης, καποιοι φουκαραδες μονο επιστρατευτηκαν να διασχιζουν τα κακοτραχαλα και παντα χιονισμενα συνορα Ιραν-Τουρκιας, για να κερδισουν τον επιουσιο. Κι αυτος ο «επιουσιος» οδηγει συχνα , οχι παντα βεβαια, στο «περιουσιο» της τεχνης. Όποιας τεχνης
Γιώργος Μάντζιος
Βλέπετε τα πρώτα 4 σχόλια. Πατήστε εδώ για να εμφανιστούν όλα.
Αυτή τη στιγμή δεν είστε συνδεδεμένος. Συνδεθείτε ή κάντε εγγραφή για να σχολιάσετε.
Αυτή τη στιγμή δεν είστε συνδεδεμένος. Συνδεθείτε ή κάντε εγγραφή για να σχολιάσετε.